11/11/2014
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Ομιλία του υπεύθυνου
του τομέα Ενέργειας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, Θανάση Πετράκου, στο 19ο συνέδριο του
ΙΕΝΕ (Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης), με θέμα: «Ενέργεια και
Ανάπτυξη 2014»
«Εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ θέλω
να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση.
Ευχόμαστε καλή επιτυχία στις
εργασίες του συνεδρίου σας, τα υλικά και τα συμπεράσματα των οποίων, θα
βοηθήσουν στον εμπλουτισμό των θέσεων μας.
Η τρέχουσα διεθνής
κινητικότητα, σε γεωπολιτικό και ενεργειακό επίπεδο, προκαλεί σοβαρές
παγκόσμιες, ευρωπαϊκές και εσωτερικές εξελίξεις.
Είναι χαρακτηριστικές οι
δηλώσεις του Αμερικάνου Υπουργού Εξωτερικών Τζόν Κέρι, ο οποίος, απαντώντας στο
ερώτημα αν οι ΗΠΑ οδεύουν σε ένα νέο ψυχρό πόλεμο με την Ρωσία, απάντησε: «Ο
ψυχρός πόλεμος ήταν εύκολος σε σύγκριση με εκεί που βρισκόμαστε σήμερα».
Δυστυχώς βέβαια η Ελληνική
Κυβέρνηση στην Ουκρανική κρίση, ευθυγραμμιζόμενη άκριτα με τις προτεραιότητες
άλλων δυνάμεων στην περιοχή, έδρασε εις βάρος των συμφερόντων της χώρας και του
λαού, με συνέπεια το ρωσικό εμπάργκο στα ελληνικά προϊόντα και ζημιές
εκατοντάδων εκατομμυρίων στους έλληνες παραγωγούς.
Η κλιμακούμενη επιθετικότητα της Τουρκίας τελευταία, αποτελεί
ένα σοβαρότατο ζήτημα που απαιτεί πολύ προσεκτικούς χειρισμούς. Στην Ανατολική
Μεσόγειο, η τουρκική αναγγελία της διεξαγωγής ερευνών στην Αποκλειστική
Οικονομική Ζώνη και υφαλοκρηπίδα της Κύπρου και η συνακόλουθη πορεία του
ερευνητικού σκάφους Barbaros συνοδευόμενο από τουρκικά πολεμικά πλοία εντός της
εν λόγω περιοχής, συνιστά απαράδεκτη παραβίαση κυριαρχικών δικαιωμάτων της
Κυπριακής Δημοκρατίας που κατοχυρώνονται από το διεθνές δίκαιο.
Η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να στέκεται στο πλάι της
Κυπριακής Δημοκρατίας και του κυπριακού λαού, καθιστώντας σαφές ότι, ούτε
εκβιασμοί μπορούν να γίνουν αποδεκτοί, ούτε θα επιτραπεί ποτέ να οδηγήσουν σε
νέα τετελεσμένα στην περιοχή, μεταξύ άλλων και στον ενεργειακό τομέα.
Ειδικά σε αυτήν την συγκυρία
και το περιβάλλον ρευστότητας, είναι ακόμα πιο σημαντικό να ενισχυθεί η
συνεργασία της Ελλάδας και της Κύπρου με τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου,
ιδιαίτερα δε με τις χώρες με τις οποίες διατηρεί σημαντικούς ιστορικούς
δεσμούς, όπως η Αίγυπτος. Είναι θετικό ότι Ελλάδα, Κύπρος και Αίγυπτος
συναποφάσισαν να ξεκινήσουν τις συζητήσεις ώστε να οριοθετηθεί μεταξύ τους η
ΑΟΖ, στην βάση του δικαίου της Θάλασσας. Είναι επίσης θετικό ότι η Αίγυπτος
αποδοκιμάζει τις προκλήσεις της Τουρκίας στην Κυπριακή ΑΟΖ. Η συνεργασία αυτή
πρέπει να προσανατολιστεί σταθερά, όχι στην κλιμάκωση της έντασης και τη
γεωπολιτική πόλωση, αλλά στην κατοχύρωση της ειρήνης και της σταθερότητας στην
περιοχή. Με σκοπό να καταστούν σαφή προς όλους, τα οφέλη του διαλόγου και της
συνεργασίας επί τη βάσει τους διεθνούς δικαίου.
Αυτές όμως οι θετικές
κατευθύνσεις οφείλουν να γίνουν στη βάση μιας συγκροτημένης στρατηγικής και όχι
να εντάσσονται μονόπλευρα στους σχεδιασμούς άλλων δυνάμεων στην περιοχή. Για
αυτόν τον λόγο είναι αναγκαία όσο ποτέ μια Ελλάδα με μια νέα ανεξάρτητη,
ενεργητική, πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Γιατί μόνο έτσι μπορεί να
κατοχυρώσει την ασφάλεια της, να βοηθήσει αποτελεσματικά την Κύπρο και να
καταστεί γέφυρα φιλίας, ειρήνης και συνεργασίας στην θερμή περιοχή μας.
Την πολιτική αυτή μπορεί να
εγγυηθεί μια νέα κυβέρνηση, με νωπή λαϊκή εντολή, μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, η
οποία θα αποτινάξει τα τροϊκανά δεσμά και θα δώσει στην χώρα μας πραγματική
εθνική ανεξαρτησία, σε συνεργασία με ισότιμους συμμάχους στην Ευρώπη και τον
κόσμο και με σκοπό την ειρηνική
διευθέτηση των διαφορών με γείτονές μας και την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της
χώρας και του λαού.
Η ενέργεια είναι γνωστό ότι
κατέχει κεντρική θέση και στα γεωπολιτικά δρώμενα αλλά και στις εσωτερικές
εξελίξεις. Η ενεργειακή πολιτική συνεπώς πρέπει να εντάσσεται, όπως προείπαμε,
σε μια πολυδιάστατη πολιτική σε διεθνές επίπεδο, που να είναι πραγματικά
ανεξάρτητη και να διευρύνει τις συνεργασίες της Ελλάδας, με κριτήριο τα εθνικά
συμφέροντα και την ειρήνη και σταθερότητα στην περιοχή, χωρίς αποκλεισμούς όσον
αφορά τις χώρες-προμηθευτές. Όσο δε αφορά στο εσωτερικό επίπεδο η ενεργειακή
πολιτική πρέπει να έχει ως αφετηρία το σημερινό οικονομικό περιβάλλον της χώρας
το οποίο βρίσκεται σε έξι χρόνια ύφεσης λόγω μνημονιακών πολιτικών άγρια
λιτότητας. Να αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας σε εγχώριες πηγές
ενέργειας συμβατικές και ανανεώσιμες να συνυπολογίζει τις ευρωπαϊκές εξελίξεις
χωρίς να υποτάσσεται στις ακραίες νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις. Στόχος για όλα
αυτά είναι η επίλυση του καθολικού ενεργειακού αιτήματος της ελληνικής
κοινωνίας για καθαρή και φθηνή ενέργεια. Προϋπόθεση για αυτό αποτελεί μια
εθνική στρατηγική και ένας εθνικός στρατηγικός σχεδιασμός, ο οποίος έχει
καταργηθεί. Την θέση του έχουν δώσει οι κυβερνήσεις στην ΡΑΕ, η οποία έχει
λειτουργήσει και λειτουργεί ως λόμπι εξυπηρέτησης των ιδιωτικών συμφερόντων της
ενέργειας και είναι έκθετη και πολιτικά υπόλογη για σκάνδαλα και σκανδαλώδεις
αποφάσεις.
Το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, έχουν
οδηγήσει το ενεργειακό οικοδόμημα της χώρας από το ένα στο άλλο αδιέξοδο.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, η ενεργειακή
ασφάλεια της χώρας έχει ως αναγκαία προϋπόθεση έναν ισχυρό και δημόσια
ελεγχόμενο ενεργειακό τομέα, με πυλώνα τις, στρατηγικής σημασίας, δημόσιες εταιρίες
(ΔΕΣΦΑ, ΔΕΗ, ΑΔΜΗΕ ΔΕΠΑ και ΕΛΠΕ), τις οποίες η συγκυβέρνηση σήμερα εκποιεί.
Ο αγωγός TAP είναι μεν στην
λογική της διαφοροποίησης των πηγών όδευσης Φ.Α., θέση με την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ
συμφωνεί, τα οφέλη όμως για την χώρα
είναι ελάχιστα. Γι αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται ότι θα επαναδιαπραγματευθεί τη
σύμβαση. Επιπλέον δέσμευση, αποτελεί η επαναδιαπραγμάτευση με την Gazprom για
μείωση της τιμής του φυσικού αερίου. Την ίδια βέβαια στιγμή που ο κος Υπουργός μιλάει
για διαφοροποίηση των πηγών και των οδεύσεων, υπό την πίεση των ΗΠΑ, δεν συνεργάζεται
με την Αυστρία και την Σλοβενία ώστε να προχωρήσει και το νότιο τμήμα του South Stream. Επιπλέον, η πώληση του ΔΕΣΦΑ στην
SOCAR, έναντι μάλιστα ευτελούς τιμήματος, με μια συμφωνία που ακόμα και η Κομισιόν
αμφιβάλλει κατά πόσο συνάδει με το ευρωπαϊκό δίκαιο, χωρίς καμία πρόβλεψη αντισταθμιστικού οφέλους,
καμία δέσμευση για το εύρος τιμών του ΦΑ, ούτε καν καταβολή τιμήματος διέλευσης
(κόστος χρήσης συστήματος), στερεί την χώρα από μια στρατηγική δημόσια
επιχείρηση.
Η διαφοροποίηση των πηγών
και των οδεύσεων προς όφελος της χώρας δεν μπορεί να γίνει, όσο η χώρα είναι
τυφλά προσδεμένη στους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ στην περιοχή.
Στην έρευνα και εκμετάλλευση
υδρογονανθράκων, οι μνημονιακές κυβερνήσεις διαμόρφωσαν ένα μοντέλο αξιοποίησης
πιθανών κοιτασμάτων που εγγυάται μόνο τα κέρδη των πολυεθνικών. Υιοθέτησαν τη
σύμβαση μίσθωσης με έλεγχο της εκμετάλλευσης από τον Μισθωτή, μείωσαν την
φορολογία από 40% στο 25%, απέκλεισαν την κρατική συμμετοχή στις κοινοπραξίες
(ν.4001/11), μετέθεσαν τον έλεγχο και τους κανονισμούς ασφάλειας για το
περιβάλλον και τους εργαζόμενους, στις ελληνικές καλένδες.
Η επικοινωνιακή διαχείριση
της έρευνας Υδρογονανθράκων, ο πλειστηριασμός προσδοκιών και η ταυτόχρονη
προκήρυξη, με παρεμφερείς όρους, άλλων 23 ερευνητικών περιοχών, αποκαλύπτει την
έλλειψη μακρόχρονης, συμφέρουσας για τη
χώρα, προοπτικής.
Οι όποιες θεωρίες και
απόψεις περί τεράστιων κοιτασμάτων, στόχο έχουν να εξαπατήσουν και να
αποπροσανατολίσουν τους πολίτες, αφού δε βασίζονται σε επιστημονικά στοιχεία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα προχωρήσει στην
ίδρυση Δημόσιας Εταιρείας Έρευνας και εκμετάλλευσης Υδρογονανθράκων, με
δυνατότητα συμμετοχής σε κοινοπρακτικά σχήματα, αλλάζοντας το μοντέλο
διαχείρισης των συμβάσεων, με στόχο τη μεγιστοποίηση των ωφελειών για το λαό.
Στο πλαίσιο αυτό, θα επιδιώξουμε να βελτιώσουμε τους όρους ώστε να διευρύνουμε
τα συνολικά οφέλη για την χώρα, εξασφαλίζοντας φυσικά ότι πληρούνται οι
σύγχρονοι κανονισμοί ασφαλείας και περιβαλλοντικής προστασίας.
Όσον
αφορά στην ηλεκτρική ενέργεια, θα μου επιτρέψετε, πριν προχωρήσω στις θέσεις
μας, να σημειώσω ότι η σημερινή ημέρα είναι μετά την καταστροφική πυρκαγιά,
ευτυχώς χωρίς ανθρώπινα θύματα, στις Μονάδες 3 και 4 της ΔΕΗ, στην Πτολεμαΐδα.
Ανεξάρτητα από τα αίτια, τα οποία θα διερευνηθούν, οφείλω να τονίσω ότι,
ανέδειξε μία σειρά από σοβαρά ζητήματα:
1.
Τη
διαχρονική απαξίωση της ΔΕΗ, που έχει ως αποτέλεσμα, την απώλεια τεχνογνωσίας,
την απαξίωση του εξοπλισμού και τη δραματική συρρίκνωση του ανθρώπινου
δυναμικού, με συνέπεια τη μείωση των όρων ασφάλειας για τους εργαζόμενους και
για τις εγκαταστάσεις.
2.
Την
εγκατάλειψη από τις κυβερνήσεις, του προγράμματος εκσυγχρονισμού και
περιβαλλοντικής αναβάθμισης των μονάδων, καθώς και την εγκατάλειψη κατασκευής
νέων σύγχρονων μονάδων και ιδιαίτερα μονάδων συνδυασμένου κύκλου (λιγνίτη,
φυσικού αερίου και βιομάζας), ώστε να έχουν μέγιστη απόδοση και ευελιξία και να
ελαχιστοποιούν τις επιπτώσεις στο περιβάλλον.
3.
Την
ανάγκη ενός εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού, ο οποίος θα αξιοποιεί ορθολογικά τα
σημαντικά λιγνιτικά αποθέματα και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, από μια
ενιαία δημόσια ΔΕΗ.
4.
Στο
πλαίσιο αυτού του εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού και του δημοκρατικού
σχεδιασμού για το μέλλον της περιοχής, σε συνδυασμό με την εφαρμογή ενός
προγράμματος εκσυγχρονισμού και περιβαλλοντικής αναβάθμισης των υφιστάμενων
μονάδων της ΔΕΗ, είναι αναγκαία η ολοκλήρωση της κατασκευής της Μονάδας 5 και η
ένταξή της στο χαρτοφυλάκιο της ενιαίας δημόσιας ΔΕΗ.
Κυρίες και κύριοι,
Με ευθύνες των κυβερνήσεων
και της ΡΑΕ στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, προωθήθηκαν μια σειρά λανθασμένοι
σχεδιασμοί.
Η λύση της «πράσινης
ενέργειας» με τον τρόπο που προωθήθηκε, κατέληξε σε μία «πράσινη φούσκα», η
οποία κατέστρεψε την ορθολογική ανάπτυξή των ΑΠΕ. Η μονομερής ενέργεια μάλιστα της
κυβέρνησης να κουρέψει τις τιμές, ιδιαίτερα των μικρών παραγωγών, αποδεικνύεται
καταστροφική για πολλούς μικροπαραγωγούς φωτοβολταϊκών.
Κυρίως όμως η ιδιωτικοποίηση
της ενέργειας από το 2001, ως συνέπεια των νεοφιλελεύθερων κυβερνητικών
πολιτικών και των νεοφιλελεύθερων οδηγιών της Ε.Ε. και η είσοδος του φυσικού
αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή, εξασφάλισαν στους ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγούς
τεράστια κέρδη. Μόνο την τελευταία τριετία επιδοτήθηκαν με 1,2 δις ευρώ, με αποτέλεσμα
τα μεγάλα ελλείμματα και την αύξηση του κόστους παραγωγής ενέργειας, που
εκτόξευσαν τις τιμές της Ηλεκτρικής Ενέργειας κατά 103%.
Η ανορθολογική ενεργειακή πολιτική
της κυβέρνησης εκτόξευσε το κόστος της ενέργειας, τόσο στα νοικοκυριά όσο και
στην βιομηχανία.
Η ολοκλήρωση των
ιδιωτικοποιήσεων με την πώληση του ΑΔΜΗΕ, την δημιουργία της Μικρής ΔΕΗ και την
πώληση του 17% των μετοχών της εναπομείνασας ΔΕΗ, θα αυξήσει ακόμα περισσότερο
το κόστος της ενέργειας.
Επιπλέον, η πρόταση ΡΑΕ και
κυβέρνησης για «δημιουργία ρυθμιζόμενης προθεσμιακής αγοράς», θα εκτοξεύσει το
κόστος ρεύματος για τα νοικοκυριά.
Οι εταιρείες εμπορίας, μέσω
των δήθεν διαδικασιών δημοπρασίας, θα επιβαρύνουν την ενέργεια με τα κόστη των
στρεβλώσεων της αγοράς και με μεγάλο περιθώριο κέρδους, θα την πωλούν σε
καταναλωτές και σε βιομηχανία, κερδοσκοπώντας εις βάρος τους αλλά και εις βάρος
της ΔΕΗ, που οδηγείται έτσι στη χρεοκοπία.
Αντί δηλαδή η κυβέρνηση και
η ΡΑΕ να προβούν στις απαραίτητες ρυθμίσεις μείωσης του κόστους ενέργειας,
επιχειρούν να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο οι καιροσκόποι που λυμαίνονται
την ενέργεια θα κερδοσκοπούν εις βάρος των καταναλωτών.
Η υιοθέτηση του Target
Model, στην πιο νεοφιλελεύθερη μορφή του, με την ίδρυση Εταιρείας
Χρηματιστηρίου Ηλεκτρικής Ενέργειας, στοχεύει στην πλήρη εμπορευματοποίηση του
κλάδου της Η.Ε. της χώρας και την
παράδοσή της στα χέρια πολυεθνικών ευρωπαϊκών ομίλων. Εκκρεμεί μάλιστα, απάντηση
της κυβέρνησης και του αρμόδιου υπουργού, αν έχουν αποφασίσει να παραδώσουν την
ελληνική αγορά ενέργειας στην γερμανική χρηματιστηριακή αγορά. Αιχμή του
δόρατος αποτελεί η πώληση της μικρής Δ.Ε.Η. αλλά και η υποχρέωση της
εναπομένουσας Δ.Ε.Η. να συμμετέχει σε δημοπρασίες Ν.Ο.Μ.Ε. Για τον τελικό
καταναλωτή, η εμπειρία από τη λειτουργία χρηματιστηρίων Η.Ε. έχει δείξει αύξηση
του κόστους στη λιανική, όπως έχει επισημάνει η ίδια η Κομισιόν σε πρόσφατες
αναφορές της, όπου διαπιστώνει ότι, αν και η τιμή χονδρικής στα ευρωπαϊκά
χρηματιστήρια μειώνεται, η τιμή λιανικής διαρκώς αυξάνεται.
Το προωθούμενο μοντέλο
(target model) για τη δημιουργία κοινής Ευρωπαϊκής αγοράς χονδρεμπορίας Η.Ε.
είναι μια προσπάθεια μετακύλισης του κόστους ενέργειας, από τις χώρες του
"σκληρού" πυρήνα της Ε.Ε., στις χώρες της περιφέρειας και του νότου.
Είναι σαφές ότι, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας θα μειωθούν σε χώρες που σήμερα
έχουν υψηλότερες τιμές του Μ.Ο. της Ε.Ε., μέσω της ελευθερίας πρόσβασης σε
φθηνότερες προσφορές, από άλλες περιοχές της Ευρώπης. Στην Ελλάδα όμως, οι
τιμές ρεύματος, καθώς είναι χαμηλότερες του ΜΟ, θα αυξηθούν ακόμα περισσότερο.
Ο
ΣΥΡΙΖΑ είναι ριζικά και κατηγορηματικά αντίθετος με την ίδρυση του
Χρηματιστηρίου Ηλεκτρικής Ενέργειας. Η κυβέρνηση μειοψηφίας δεν έχει κανένα
πολιτικό δικαίωνα να προχωρεί
σε τέτοιες αποφάσεις. Η ηλεκτρική ενέργεια δεν είναι χρηματιστηριακό προϊόν. Αποτελεί
δημόσιο και κοινωνικό αγαθό και αυτόν
της τον χαρακτήρα δεσμεύεται ότι θα επαναφέρει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Θα ήθελα να τονίσω εδώ ότι,
ακόμη και ο εκπρόσωπος της εταιρείας που σχεδίασε τη μετάβαση στο χρηματιστήριο
της ενέργειας, στην παρουσίασή του στην ημερίδα του ΛΑΓΗΕ, επεσήμανε ότι η
μείωση των τιμών της ενέργειας από την μετάβαση σε αυτό το μοντέλο δεν είναι
εξασφαλισμένη και πως, αν επιτευχθεί, θα είναι απλά μια ευχάριστη παρενέργεια.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα
προχωρήσει σε ριζική αλλαγή του ρόλου, της λειτουργίας και του ελέγχου της,
κατ΄ επίφαση σήμερα ανεξάρτητης, Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας. Δεν νοείται φθηνή
ενέργεια δίχως μακροχρόνιο εθνικό ενεργειακό σχεδιασμό. Δεν νοείται
μακροχρόνιος ενεργειακός σχεδιασμός με την ΡΑΕ να λειτουργεί ως εξυπερετητής
των εκάστοτε ιδιωτικών συμφερόντων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει σχέδιο και
βούληση για μείωση του ενεργειακού κόστους και δεσμεύεται ως κυβέρνηση να το μειώσει,
μειώνοντας κατά συνέπεια και την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, μέσω κυρίως της
παραγωγής ενέργειας από τη Δημόσια ΔΕΗ, χρησιμοποιώντας τους εγχώριους πόρους
και παρεμβαίνοντας στο μέρος του κόστους (70%) που δεν σχετίζεται με την
παραγωγή ενέργειας και δεν ελέγχεται από τη ΔΕΗ (επιδοτήσεις σε ιδιώτες,
υπερβολικοί φόροι κτλ.). Δεσμεύεται να καταργήσει τις προκλητικές επιδοτήσεις
στους ιδιώτες παραγωγούς.
Κυρίες και κύριοι, κόλαφος
για την κυβέρνηση είναι τα συμπεράσματα της πρόσφατης έρευνας των ευρωπαϊκών
αρχών ενέργειας, οι οποίες κατέγραψαν ότι η Ελλάδα στην εξαετία της κρίσης
2008-2013, είχε τις μεγαλύτερες αυξήσεις στα οικιακά τιμολόγια ηλεκτρισμού,
μεταξύ των κρατών-μελών, με τη συνολική επιβάρυνση να αγγίζει το 60%.
Ομοίως, οι ελληνικές
επιχειρήσεις πληρώνουν σήμερα 60% περισσότερο το ηλεκτρικό ρεύμα και 33% το
φυσικό αέριο, σε σχέση με τους «Μεσογειακούς» Ευρωπαίους ανταγωνιστές τους.
Τα αποτελέσματα τραγικά !
Εξαθλίωση των ευπαθών
κοινωνικών ομάδων, ενεργειακή φτώχια, συμβολή στη φτωχοποίηση του 40% των
νοικοκυριών, λουκέτα και απολύσεις παντού, βιομηχανία στα όρια της επιβίωσης,
1,7 δις οι απλήρωτοι λογαριασμοί στην ΔΕΗ και κομμένο ρεύμα σε 320.000
νοικοκυριά, μόνο το 2013.
Συμπέρασμα: Προμηθευτές και μεσάζοντες
ευημερούν, όταν η κοινωνία βυθίζεται και η βιομηχανία συσσωρεύει λουκέτα και ζημιές,
πάρα τις τεράστιες μειώσεις του εργατικού κόστους!
Μια ρεαλιστική προοπτική
ανάπτυξης της χώρας, θα μπορούσε να στοχεύει σε βιομηχανική συμμέτοχη στο ΑΕΠ, σταδιακά,
από 9 % που είναι σήμερα, στο 14-15%, που είναι ο σημερινός ευρωπαϊκός μέσος
όρος. Η ανάπτυξη αυτή, μεταφράζεται σε 300-350.000 περισσότερες θέσεις εργασίας.
Απόδειξη του σχετικού αλαλούμ
και της έλλειψης εφαρμοστέου ενεργειακού σχεδιασμού αποτελεί το νέο νομοσχέδιο
για απελευθέρωση της αγοράς φυσικού αερίου, όπου προβλέπεται επιβάρυνση των βιομηχανικών
καταναλωτών ενεργείας κατά 3 € ανά Mwh για τις υπηρεσίες διανομής(!) με ένα σκεπτικό
συμψηφισμών και αντιπαροχών!!!
Αυτό που απαιτείται σήμερα
είναι μέτρα για τη μείωση του ενεργειακού κόστους στα νοικοκυριά, στους
αγρότες, στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις αλλά και στη βιομηχανία, με όρους και
δεσμεύσεις για την απασχόληση, τις εργασιακές σχέσεις και το περιβάλλον.
Γι αυτό, η ανάκτηση πλήρως
του δημόσιου χαρακτήρα των δημόσιων επιχειρήσεων ενέργειας και η ακύρωση των
προωθούμενων ιδιωτικοποιήσεων, αποτελεί δέσμευσή μας. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση
του ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται ότι θα προχωρήσει
σε μια διαφορετική οργάνωση, λειτουργία και διοίκηση των δημόσιων επιχειρήσεων
ενέργειας, απαλλαγμένων από παθογένειες του παρελθόντος, με βέλτιστη αξιοποίηση
των δημόσιων πόρων. Ειδικότερα, δεσμεύεται για ενοποίηση των θυγατρικών
εταιρειών και αναδιάρθρωση της λειτουργίας της ΔΕΗ, επένδυση στον εκσυγχρονισμό
των μονάδων και την περιβαλλοντική τους αναβάθμιση, κατασκευή σύγχρονων νέων, κτλ.
Ιδιαίτερο βάρος θα δοθεί στη
μελέτη και το σχεδιασμό νέων μικρών και μεγαλύτερων υδροηλεκτρικών έργων, και
υβριδικών σταθμών στα νησιά τα οποία να συνδυάζουν την υδροηλεκτρική και
αιολική ενέργεια.
Η χώρα μας διαθέτει ανυπολόγιστα
αποθέματα ορυκτών καυσίμων και απεριόριστο δυναμικό ανανεώσιμων πηγών
ενέργειας. Οι υπό δημόσιο έλεγχο επιχειρήσεις - όπως η ΔΕΗ - έχουν αποδείξει τη
δυνατότητά τους να αξιοποιούν τα αποθέματα και το δυναμικό αυτό, με τρόπο
ορθολογικό και οικονομικό, με κατανομή των ενεργειακών αγαθών σε όλη την
κοινωνία. Αντίθετα, η ιδιωτικοποίησή τους, η εκχώρηση φυσικών μονοπωλίων, όπως
τα κοιτάσματα λιγνίτη και το υδρολογικό δυναμικό της χώρας, η δημιουργία
ιδιωτικών καθετοποιημένων επιχειρήσεων, στο όνομα ενός μελλοντικού
«ανταγωνισμού», που κάποια στιγμή θα λειτουργήσει και ίσως μειώσει τις τιμές,
δεν πείθει για τη δυνατότητα αξιοποίησης των εγχώριων πηγών ενέργειας. Αυτό
δείχνει και η Ευρωπαϊκή εμπειρία, όπου η ιδιωτικοποίηση του τομέα της
ηλεκτρικής ενέργειας είχε σαν αποτέλεσμα να συγκεντρωθεί πάνω από το 60% της
εγκατεστημένης ηλεκτρικής ισχύος της ΕΕ σε μόλις 7 εταιρίες!! Τα σχέδια για τη
«μικρή ΔΕΗ» αυτό το μέλλον προοιωνίζουν για τη χώρα μας και για ό,τι αυτό
συνεπάγεται για την ενεργειακή της ασφάλεια.
Μόνο
μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εγγυηθεί, με την αποφασιστική στήριξη των
εργαζομένων και του ελληνικού λαού, την αναβάθμιση του ρόλου της ΔΕΗ, αλλά και
όλων των άλλων δημόσιων ενεργειακών επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, τον
εκσυγχρονισμό και αναβάθμιση των μονάδων τους και τη στελέχωσή τους, με το
αναγκαίο τεχνικό και επιστημονικό προσωπικό. Και πάνω απ’ όλα, την ακύρωση των
προωθούμενων ιδιωτικοποιήσεων».
Το
Γραφείο Τύπου